- απομυκαομαι
- ἀπομυκάομαιἀπο-μῡκάομαιмычать Anth.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
κἀπομυκᾶσθαι — ἀπομυκᾶσθαι , ἀπομυκάομαι bellow loud pres inf mp ἀπομῡκᾶσθαι , ἀπομυκάομαι bellow loud pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κἀπεμυκᾶτο — ἀπεμῡκᾶτο , ἀπομυκάομαι bellow loud imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)